χρονομετριέμαι

χρονομετριέμαι
χρονομετριέμαι, χρονομετρήθηκα, χρονομετρημένος βλ. πίν. 59 και πρβλ. χρονομετρούμαι

Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • χρονομετρούμαι — χρονομετρούμαι, χρονομετρήθηκα, χρονομετρημένος βλ. πίν. 74 και πρβλ. χρονομετριέμαι …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”